Γράφει ο Γιάννης Μητράκος

Καθώς η προεκλογική περίοδος για την ανάδειξη νέων δημοτικών και περιφερειακών αρχόντων, αλλά και των ευρωβουλευτών έφτανε στο τέλος της η κυβέρνηση θεώρησε καλό να θυμηθεί και να εφαρμόσει όλες τις πονηριές του παλαιοκομματισμού, που οδήγησε τη χώρα μας στο χείλος της αβύσσου! Κοινωνικά μερίσματα ανακοινώθηκαν και σε κάποιους δόθηκαν ως προεκλογικός μποναμάς, το τέλος των μνημονίων και η αποβολή της τρόικα διατυμπανίστηκε σε όλους τους τόνους, οι επενδύσεις και η ανάπτυξη άρχισαν να φαίνονται στο βάθος του τούνελ, υποσχέσεις μοιράστηκαν για φορολογικές ελαφρύνσεις και οικονομική στήριξη σε παραγωγικές ομάδες, η μείωση της ανεργίας ξεκίνησε ...και τι δεν ακούσαμε αυτές τις μέρες! Βεβαίως η πραγματικότητα που ζούμε είναι κάτι παραπάνω από σκληρή και γι’ αυτό οι περισσότεροι Έλληνες, όσο κι αν τα καλά λόγια μας χάιδεψαν τ’ αυτιά, χαμογέλασαν πικρά και κούνησαν το κεφάλι με σημασία!

Η πατρίδα μας, στο σημείο μηδέν που την έφεραν οι «σωτήριες» κυβερνητικές πολιτικές του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, χρειαζόταν έναν πολιτικό ηγέτη, άλλου τύπου, απ’ αυτούς που βγαίνουν «μια φορά στα χίλια χρόνια», που λέει και το τραγούδι, για να την βγάλει από την κρίση και να την σώσει! Σε μας, δυστυχώς, από τότε που αποκτήσαμε την ελευθερία μας από τους Τούρκους και γίναμε κράτος ανεξάρτητο, περισσεύουν οι μετριότητες, οι ανέξοδες υποσχέσεις και τα πολλά «τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα»!

Κι όμως, όταν ιδρύθηκε το πρώτο ελλαδικό κρατικό μόρφωμα, βγαλμένο μέσα από το αίμα, τις στάχτες και τ’ αποκαΐδια του τελευταίου χρόνου της Επανάστασης του 1821, βρέθηκε ένας τέτοιος πολιτικός, που ανέλαβε αγόγγυστα το τεράστιο έργο της ίδρυσης του ελληνικού κράτους: ήταν ο Ιωάννης Καποδίστριας!

Τον Καποδίστρια εξέλεξε στη θέση του Κυβερνήτη η 3η Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων, που συνήλθε την άνοιξη του 1827 στην Τροιζήνα. Για να συνειδητοποιήσει κάποιος πόσο δύσκολο ήταν το εγχείρημα που είχε αναλάβει, αρκεί να σκεφτεί ότι καμιά από τις Μεγάλες Δυνάμεις δεν θέλησε να στείλει κάποιον δικό της ηγεμόνα, παρ’ όλο που θα ήταν αυτονόητη η επιρροή τους. Είναι καταγεγραμμένη μια στιχομυθία του Κολοκοτρώνη με τον Άγγλο πλοίαρχο Χάμιλτον, στην οποία ο Γέρος του Μοριά ζητά εναγωνίως τη μεσολάβησή του για την εξεύρεση ενός ξένου ηγέτη ως κυβερνήτη και καταλήγει με τα εξής λόγια του Άγγλου: «Πάρτε τον Καποδίστρια ή όποιον διάβολο θέλετε, διατί χαθήκατε»!

Ο Ιωάννης Καποδίστριας άφησε τη θέση του Υπουργού των Εξωτερικών της τσαρικής Ρωσίας και τη λαμπρή διπλωματική του καριέρα και ήλθε στην Ελλάδα για να σηκώσει το σταυρό του μαρτυρίου! Ιδού το χάος που επικρατούσε στο μικρό ελεύθερο τμήμα της χώρας μας μέσα από μια περιγραφή του Φρίντριχ Φον Τιρς: «Η χώρα, όση είχε απελευθερωθεί ως εκείνη τη στιγμή, έμοιαζε μ’ ένα σωρό ερείπια που καπνίζουν ύστερα από μια καταστρεπτική πυρκαγιά! Στη στεριά επικρατούσε το δίκαιο της αρπακτικότητας του τοπάρχη κοτζάμπαση και στη θάλασσα η πειρατεία! Ο Μοριάς ήταν ρημαδιό! Κάθε μεγαλοκαπετάνιος που κρατούσε ένα κάστρο, τυραννούσε σαν κατακτητής τον γυμνό και άστεγο πληθυσμό! Παραγωγή δεν υπήρχε, ούτε χέρια να επιδοθούν στην καλλιέργεια της γης, λόγω της ανασφάλειας! Ο πληθυσμός είχε καταφύγει στα βουνά και στις σπηλιές! Είκοσι πέντε χιλιάδες πολεμιστές περιπλανιόνταν χωρίς καμιά μισθοτροφοδοσία ή ενίσχυση, ενώ οι μοναδικές δημόσιες πρόσοδοι (η δεκάτη και οι τελωνειακές εισπράξεις του Αναπλιού) δεν λειτουργούσαν! Κράτος, δηλαδή, και στην πιο υποτυπώδη του έννοια δεν υπήρχε»!

Ο ίδιος ο Καποδίστριας περιέγραψε την υποδοχή που του έγινε στην Αίγινα, στις 12 Ιανουαρίου 1828, ως εξής: «...Είδα πολλά εις την ζωήν μου, αλλά σαν το θέαμα όταν έφθασα εδώ εις την Αίγινα, δεν είδα τι παρόμοιον ποτέ, και άλλος να μην το είδει... «Ζήτω ο Κυβερνήτης, ο σωτήρας μας, ο ελευθερωτής μας», εφώναζαν γυναίκες αναμαλλιάρες, άνδρες με λαβωματιές πολέμου, ορφανά γδυτά κατεβασμένα από τες σπηλιές. Δεν ήταν το συναπάντημά μου φωνή χαράς, αλλά θρήνος! Η γη εβρέχετο από δάκρυα, εβρέχετο η μερτιά και η δάφνη του στολισμένου δρόμου από το γιαλό εις την εκκλησία! Ανατρίχιαζα, μου έτρεμαν τα γόνατα, η φωνή του λαού έσχιζε την καρδιά μου! Μαυροφορεμένες, γέροντες, μου εζητούσαν να αναστήσω τους αποθαμένους τους, μανάδες μου έδειχναν εις το βυζί τα παιδιά τους και μου έλεγαν να τα ζήσω και ότι δεν τους απέμειναν παρά εκείνα κι εγώ»!

Σαραντα πέντε μήνες δηλαδή τρισήμισι χρόνια κυβέρνησε τον τόπο μας ο Καποδίστριας με σύνθημά του τη διακήρυξη: «Εάν ο Θεός μεθ’ ημών, ουδείς καθ’ ημών»! Σ’ αυτό το μικρό διάστημα κατάφερε να αναγεννήσει το έθνος μας και να βάλει τα θεμέλια ενός νέου κράτους, παρά τις αντιξοότητες, την ανέχεια και τον συνεχιζόμενο πόλεμο κατά των Τούρκων! Οργάνωσε τη Δημόσια Διοίκηση, ανασύστησε την οικονομία, αναδόμησε τις κατεστραμμένες πόλεις, γέμισε με σχολεία την ελληνική επικράτεια, ανασύνταξε το στρατό, οργάνωσε την Εκκλησία, ίδρυσε τους θεσμούς της Δικαιοσύνης, δημιούργησε πρωτόλειο σύστημα υγείας, ενεθάρρυνε τη γεωργία, εμφύσησε αίσθημα ασφάλειας στο λαό κι έδωσε διπλωματικές μάχες! Κι επειδή όπως είπε ο Γραμματέας των Οικονομικών Π. Λιδωρίκης στον Κυβερνήτη: «Εξοχώτατε, όχι μόνον χρήματα δεν υπάρχουσιν εν τω ταμείω, αλλ’ ούτε ταμείον υπάρχει διότι δεν υπήρξε ποτέ...», αρνήθηκε το επιμίσθιο που του αναλογούσε, διέθεσε την προσωπική του περιουσία για να στηρίξει το νεοσυσταθέν κράτος, αρνήθηκε την αποζημίωση που δικαιούνταν από τον Τσάρο –ισόβια σύνταξη εξήντα χιλιάδων φράγκων- για να μην τον κατηγορήσουν ότι εξαρτάται οικονομικά από τη Ρωσία και καταδέχτηκε να ζει φτωχικά αυτός που είχε ζήσει στα παλάτια! Σ’ αυτούς που κατέλαβαν υπουργικές θέσεις συνέστησε: «...Ελπίζω ότι όσοι εξ υμών συμμετάσχουν εις την Κυβέρνησιν θέλουν γνωρίσει ότι δεν είναι δυνατόν να λαμβάνουν μισθούς αναλόγους με τον βαθμόν του υψηλού υπουργήματός των και με τας εκδουλεύσεις των αλλά ότι οι μισθοί ούτοι πρέπει να αναλογούν ακριβώς με τα χρηματικά μέσα τα οποία έχει η κυβέρνησις εις την εξουσίαν τους. Τα αξιώματα είναι τιμητικά και ο αναμειγούμενος στην Πολιτείαν δεν κάνει εμπορικήν επιχείρησιν»!

Σε αντίθεση με τις μνημονιακές κυβερνήσεις, που μας δήλωσαν σε όλους τους τόνους πως λόγω των χρεών μας «έχουμε χάσει μέρος της εθνικής μας ανεξαρτησίας», ο Καποδίστριας όχι μόνο διαχειρίστηκε τα παλαιά δάνεια του αγώνα και προχώρησε σε νέες δανειοδοτήσεις για να καλύψει τις ανάγκες του ελληνικού κράτους, αλλά κατάφερε με μοναδική διπλωματική επιδεξιότητα να διαχωρίσει πλήρως την εξωτερική πολιτική από τη δεινή οικονομική κατάσταση της Ελλάδος και να χειριστεί έτσι τις Μεγάλες Δυνάμεις, ώστε να πετύχει ανατροπή των συνθηκών που ήταν σε βάρος της πατρίδας μας και να κατορθώσει να επεκτείνει τα τότε σύνορά μας (βόρεια συνοριακή γραμμή με τους κόλπους Βόλου και Άρτας)!

Η άγρια δολοφονία του, από τους Γεώργιο και Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη, έξω από την είσοδο του ναού του Αγίου Σπυρίδωνος στο Ναύπλιο, το πρωί της Κυριακής της 27ης Σεπτεμβρίου 1831, τερμάτισε τη ζωή και το τιτάνιο έργο του Ιωάννη Καποδίστρια! Οι δυσμενείς συνέπειες απ’ το βίαιο τερματισμό της ζωής αυτής της εξέχουσας προσωπικότητας, βαρύνουν ακόμη και σήμερα την πολιτική ζωή της χώρας μας, αφού έκτοτε δεν αναδείχθηκε ένας τόσο μεγάλος πολιτικός άνδρας που να συγκεντρώνει τέτοιες αρετές: απαράμιλλη αυταπάρνηση, πολιτική οξύνοια, διπλωματική διορατικότητα, ψυχική ευγένεια, εσωτερική καλλιέργεια, παιδαγωγικό ιδεώδες, ορθόδοξη πίστη, ανιδιοτέλεια και εργώδη προσπάθεια!

Ο πιστός φίλος του Εϋνάρδος έγραψε μετά τη δολοφονία του Κυβερνήτη: «Ο θάνατος του Κυβερνήτου είναι συμφορά δια την Ελλάδα, είναι δυστύχημα δι’ όλην την Ευρώπην! Το λέγω με διπλήν θλίψιν: Ο κακούργος όστις εδολοφόνησε τον κόμητα Καποδίστρια, εδολοφόνησε την πατρίδα του»!

Δυστυχώς το ήθος και το παράδειγμα του Καποδίστρια δεν το μιμήθηκαν οι ασκήσαντες κυβερνητική εξουσία σύγχρονοι πολιτικοί μας! Ο Καποδίστριας εισήλθε στην πολιτική βαθύπλουτος, έζησε «κοπιών όλον σχεδόν νυχθημερόν και ελάχιστον αναπαυόμενος», εξήλθε δε πάμπτωχος και δολοφονημένος, ενώ αυτοί –στην πλειονότητά τους- εισήλθον πάμπτωχοι στην πολιτική, πολιτεύτηκαν άκοπα και άνετα και εξήλθαν πάμπλουτοι!

Γράφει ο Νικόλαος Καρζής: «Οι άνθρωποι που δημιούργησαν και συντήρησαν τα προβλήματα όλα αυτά τα χρόνια και έφεραν τη χώρα εσκεμμένα σε αυτήν την κατάσταση, έρχονται και πάλι να μας πουν ότι θα μας βγάλουν από την κρίση και θα μας σώσουν! Και το κακό επεκτείνεται διότι υπάρχουν Έλληνες που τους πιστεύουν και τους ψηφίζουν συνεχώς, ώστε τελικά να επιβεβαιώνεται το ρητό: «Κατά το λαό και οι άρχοντες!