Γράφει η Ελεάννα Βλαστού* / kathimerini.gr

Υπάρχουν πολλές παράδοξες ιστορίες στη ζωή. Κάποιες από τις αλλόκοτες ιστορίες γίνονται ειδησεογραφία και κάνουν τον γύρο των μέσων ενημέρωσης, καθώς, όμως, χωρίς να είναι περίπλοκες στερούνται συνοχής, ουδείς αντιλαμβάνεται τι γίνεται και ό,τι δεν μπορεί να συζητηθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα εκπίπτει του ενδιαφέροντος. Μια ιστορία τέτοια, άνευ ροής αλλά με σημασία, ήρθε από εκεί που κανείς δεν το περίμενε, από ένα μεγάλο ακαδημαϊκό ίδρυμα, το Χάρβαρντ.

Η πρόεδρός του, Κλoντίν Γκέι, υπέβαλε στις αρχές του έτους την παραίτησή της έπειτα από έξι μήνες θητείας. Υπήρξε η πιο βραχύβια πρόεδρος στην ιστορία του πανεπιστημίου. Στην εκστρατεία της για την αναρρίχηση στη δουλειά των ονείρων της, στην κορυφαία διοικητική θέση, αυτοανακηρύχθηκε «μεταμορφωτική». Επεισε ότι ως Αμερικανή κόρη μεταναστών από την Αϊτή θα είναι το πρόσωπο που θα μεταμορφώσει το τοπίο. Θα μεταποιήσει το παλιό Χάρβαρντ των προνομίων και της κληρονομιάς σε έναν νέο αναγεννημένο θεσμό βασισμένο στις αρχές της συμπερίληψης και της κοινωνικής δικαιοσύνης.

Την ίδια περίοδο, τον Σεπτέμβριο του 2023, ο δημοσιογράφος Κρίστοφερ Ρούφο, δημοσιοποίησε ό,τι είχαν ανακαλύψει και άλλοι αλλά δεν τόλμησαν να καταγγείλουν. Το PhD της Γκέι –γραμμένο στα τέλη της δεκαετίας του ενενήντα– είχε τμήματα, λέξεις, φράσεις δανεισμένες από άλλους, χωρίς παραπομπή σ’ αυτούς. Ενας άλλος δημοσιογράφος επισήμανε πόσο ελάχιστα έχει αρθρογραφήσει κατά τη διάρκεια της καριέρας της και πως κατάφερε από τα έντεκα δημοσιοποιημένα επιστημονικά κείμενα (τη χρονική περίοδο 1993-2017) τα πέντε να είναι απόρροια λογοκλοπής. Η απάντηση του πανεπιστημίου και της Γκέι ήταν άμεση και ομόφωνη. Μίλησαν για πολιτικό συντονισμένο πόλεμο, λευκής υπεροχής, εναντίον της. Αντιμετώπισαν την ύψιστη ακαδημαϊκή αμαρτία, τη λογοκλοπή, όχι ως σφετερισμό, αντιγραφή, ανειλικρίνεια, αλλά ως ρατσισμό.

Στον πρώτο της λόγο, «κουράγιο να είσαι Χάρβαρντ», στις 29 Σεπτεμβρίου, η Γκέι λέει ότι ο σκοπός των σπουδών οφείλει να συνοδεύεται από ένα «γιατί;». «Να αναρωτιέσαι για τον κόσμο όπως είναι και να φαντάζεσαι πώς είναι να πλάθεται ένας καλύτερος». Μία εβδομάδα μετά, στις 7 Οκτωβρίου, 3.000 τρομοκράτες της Χαμάς είχαν την ίδια ιδέα. Αναρωτήθηκαν «γιατί να είναι έτσι ο κόσμος;» και αποφάσισαν να τον φέρουν στα μέτρα τους. Βύθισαν το Ισραήλ στο αίμα δολοφονώντας, βιάζοντας, απάγοντας. Η δική τους εκδοχή για έναν καλύτερο κόσμο, χωρίς Εβραίους, βρήκε υποστηρικτές στη Μασαχουσέτη. Τριάντα τέσσερις φοιτητικοί σύλλογοι του πανεπιστημίου, την ημέρα εκείνη, υποστήριξαν ομόφωνα την επίθεση. Η πρώτη αντίδραση της Γκέι ήταν να στρατευθεί με την ελευθερία του λόγου και της έκφρασης. Η επίσημη απάντηση ήρθε αργότερα. Ηρθε με αξιολύπητη ολιγωρία και με, άλλη τόση, αξιολύπητη ανεπάρκεια. Εν συντομία, μονάχα: κατάκαρδα λυπημένη για την επίθεση και για τον πόλεμο που ξεκίνησε. Καμία προσπάθεια αναχαίτισης του κύματος αντισημιτισμού, καμία απόπειρα συμπερίληψης της εβραϊκής, φοιτητικής και ακαδημαϊκής, κοινότητας. Ακολούθησαν τα εξής: κλιμάκωση των φοιτητικών διαδηλώσεων, περιστατικά αντισημιτισμού όλο και πιο ακραία στο campus, οξεία κριτική και –το κυριότερο για το πανεπιστήμιο– υποχώρηση των δωρητών.

Θρυαλλίδα της παραίτησης στάθηκε η ακροαματική διαδικασία της επιτροπής του Κογκρέσου για την εκπαίδευση στις αρχές Δεκεμβρίου. Η Γκέι ρωτήθηκε από τη βουλευτή Ελίζ Στεφανίκ (απόφοιτο του Χάρβαρντ) εάν κατά τη γνώμη της οποιαδήποτε ανάκληση για γενοκτονία εις βάρος των Εβραίων παραβαίνει τους κανονισμούς του πανεπιστημίου. Η Γκέι είπε: «Η απάντηση διαφέρει σύμφωνα με το πλαίσιο». Ανάλογα με το πλαίσιο, σύμφωνα με την Γκέι, η θανάτωση Εβραίων θεωρείται πράξη μίσους.

Πραγματική ισότητα είναι η ισότητα με ευκαιρίες που έχουν πιθανότητες επιτυχίας ή αποτυχίας.

Και μετά ήρθε το γράμμα της παραίτησης: «Ζούμε σε ταραγμένους καιρούς», ξεκινάει. «Οι τελευταίες εβδομάδες με βοήθησαν να δω καθαρά τη δουλειά που χρειάζεται να κάνουμε για να χτίσουμε ένα μέλλον χωρίς προκαταλήψεις». Αναφέρθηκε σε προσωπικές επιθέσεις, σε απειλές, σε ρατσιστικά κίνητρα. Περισσότερες από 600 λέξεις χωρίς απολογητική διάθεση, περισσότερο μια έκφραση προσωπικής αγωνίας που θυμίζουν πολύ Μέγκαν Μαρκλ. Ποτέ δεν θα πίστευα ότι θα έβαζα τη Μέγκαν και την πρόεδρο στην ίδια πρόταση, πλην όμως, οι δύο επιτυχημένες γυναίκες μοιράζονται κάτι κοινό: αρέσκονται στη θυματοποίηση και επιλέγουν να βλέπουν παντού θεσμικό ρατσισμό – ακόμη κι εκεί που δεν υπάρχει.

Σε ένα βιβλίο του Νάσιμ Νίκολας Τάλεμπ υπάρχει η φράση «πραγματική ισότητα είναι η ισότητα με πιθανότητες». Απομονώνοντάς την από τα συμφραζόμενα, τη χειρίζομαι εκτός πλαισίου, την εκλαμβάνω ως εξής: πραγματική ισότητα είναι η ισότητα με ευκαιρίες που έχουν πιθανότητες επιτυχίας ή αποτυχίας.

Πόσο ατυχές μια δυναμική γυναίκα να μη χρησιμοποιήσει τη θέση στην οποία βρέθηκε, στην κορυφή του βουνού, για να καθησυχάζει με την παρουσία της όσους ανεβαίνουν έναν δύσκολο δρόμο. Η παρουσία της και μόνον σηματοδοτεί την πορεία που έχει δρασκελίσει η κοινωνία προς την ισότητα. Με εκείνη ως πρώτη μαύρη γυναίκα, κόρη μεταναστών από την Αϊτή, και ως δεύτερη γυναίκα στο πόστο της προέδρου μεγάλου πανεπιστημίου μετριούνται με ενάργεια τα βήματα προς την κοινωνική πρόοδο. Αντ’ αυτού, όμως, κάνει όλους τους μαύρους να αισθάνονται εύθραυστες χιονονιφάδες που πρέπει να προσφεύγουν για κάθε τους ήττα στο χρώμα του δέρματός τους. Αντιτίθεται ακόμη και στο κίνημα Black Lives Matter, το οποίο σχηματίστηκε με έναν σκοπό ξεκάθαρο και απλό. Τη δημιουργία μιας κοινωνίας όπου η συμπεριφορά της αστυνομίας, των εργοδοτών, του εκπαιδευτικού συστήματος και του συνόλου των πολιτών να μην επηρεάζεται από το χρώμα του δέρματος.

Μια παράσταση παραλογισμού που έγινε για να καλύψει τις ηθικές και επαγγελματικές αποτυχίες, το προσωπικό όμως συμφέρον της Γκέι μάς πάει πίσω ως κοινωνία γιατί μας αποσπά απ’ ό,τι πράγματι πρέπει να γίνει. Συσκοτίζει τα αίτια, αλλά το πραγματικό πρόβλημα παραμένει. Δεν είμαι ανυποψίαστη για το βάθος και την έκταση του θεσμικού ρατσισμού. Η Γκέι όμως δεν έπεσε θύμα ρατσισμού και η προσφυγή στην προκατάληψη δεν μπορεί να αποτελεί μόνιμο κρησφύγετο. Η Γκέι θα μπορούσε να κάνει χρήση της επιρροής της για να συνδράμει τους λιγότερο προνομιούχους και τις μειονότητες, εκ των έσω, αν έμενε επικεφαλής ενός μεγάλου εκπαιδευτικού συστήματος με κύρος και αν έθετε σε εφαρμογή όσα είπε στον εναρκτήριο λόγο της. «Χρειάζεται κουράγιο να διατηρηθείς δεκτικός, χρειάζεται κουράγιο να “ακούσεις τη μουσική” από άλλη οπτική γωνία, χρειάζεται κουράγιο να παραδεχτείς τα λάθη σου και να αντιμετωπίσεις τις ελλείψεις σου». Χρειάζεται κουράγιο, πράγματι. Και οι επιτυχημένοι οφείλουν να είναι γενναιότεροι.

(*)Η κ. Ελεάννα Βλαστού είναι συγγραφέας και ζει στο Λονδίνο.

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr