Γράφει η Ελεάννα Βλαστού* / kathimerini.gr

Η Μόνικα Λεβίνσκι εμφανίστηκε έπειτα από είκοσι πέντε χρόνια. Tην παρατηρώ σε μια διαφημιστική καμπάνια αμερικανικής εταιρείας ρούχων και με χαρά διαπιστώνω ότι τώρα, στα πενήντα, είναι ομορφότερη απ’ ό,τι την εποχή που ξέσπασε το μεγάλο πολιτικό ερωτικό σκάνδαλο, στα είκοσι δύο. Καλό για την ίδια, διότι η Μόνικα είναι ίσως η μοναδική γυναίκα που δεν θα επιθυμούσε να γυρίσει τον χρόνο πίσω.

Θυμάστε την ιστορία. Ασκούμενη στον Λευκό Οίκο ερωτεύεται κραταιό, μη διαθέσιμο άντρα είκοσι επτά χρόνια μεγαλύτερό της. Δεν ήταν ιδανικό. Hταν ανόητο. Στα είκοσι, όμως, επιτρέπεται η ανοησία. Στα είκοσι τέσσερα αντιλήφθηκε τις συνέπειες. Μια συνεργάτις κατέγραψε συνομιλίες που περιείχαν όλη τη δραστηριότητα του Οβάλ Γραφείου, ένα μπλε φόρεμα έφερε το αποδεικτικά ισχυρό DNA και ένας πρόεδρος δήλωνε: «Δεν είχα καμία σεξουαλική σχέση με αυτή τη γυναίκα».

Η όλη ιστορία ήταν γελοία, απρεπής και τεράστια. «Αυτή η γυναίκα» ή «η άλλη γυναίκα» διασύρθηκε, όμως, όσο καμία άλλη. Κατακλύστηκε από ένα κύμα κατηγοριών, ντροπιαστικών σχολίων και βρώμικων αστείων τη χρονική στιγμή –προσέξτε το timing– που αρχίσαμε να χρησιμοποιούμε το Ιντερνετ. Σήμερα, ενδυναμωμένη και αποφασισμένη, ασχολείται με ό,τι παραμένει διαχρονικά επίκαιρο, το θέμα που γνωρίζει πολύ καλά: το διαδικτυακό μπούλινγκ. Hταν η πρώτη τραυματίας της ψηφιακής επανάστασης.

Eχει μια διαύγεια η θέα σε σκάνδαλο από την απόσταση που προσφέρουν οι δεκαετίες. Την εποχή εκείνη, διάβασα, το 5% είχε θετική γνώμη για τη Λεβίνσκι, και σε αυτό το ποσοστό υπήρχαν ελάχιστες γυναίκες. Το 99% των γυναικών λοιδορούσε τη Λεβίνσκι. Οι γυναίκες είναι πιο αποτελεσματικές με τον χειρισμό διακριτικών όπλων στην αντιμετώπιση εχθρών, ασχολούνται με τη διάλυση της υπόληψης. Αυτό για να μη λησμονούμε ότι υπάρχει και θηλυκή τοξικότητα.

Θυμάμαι, το 2019, τη Χίλαρι και την Τσέλσι Κλίντον να κάνουν τον γύρο του Λονδίνου για την προώθηση του βιβλίου που έγραψαν από κοινού, με τίτλο «Gutsy women». Οι «γυναίκες με κότσια» που συμπεριλήφθηκαν στην ανθολογία, επιλέχτηκαν, σύμφωνα με το οπισθόφυλλο, επειδή είχαν αρκετή πίστη στον εαυτό τους ώστε οι πράξεις τους να κάνουν τη διαφορά. Οι «ηγέτιδες» που σταχυολογήθηκαν είχαν το κουράγιο να υψώσουν το ανάστημα και τη φωνή τους στο στάτους κβο!. Είχα διασκεδάσει πολύ με το τουρ των θηλυκών Κλίντον και με το θέαμα της μαμάς που «έσπρωχνε» την κόρη σε μια κίνηση νεποτισμού για την ανάδειξή της. Κρίμα που μεσολάβησε η πανδημία και αναχαίτισε τον περιφερόμενο υποκριτικό τους οίστρο.

Ενας Αγγλος δημοσιογράφος εξέφρασε την απορία: «Με ποιο σκεπτικό απέχει η Μάργκαρετ Θάτσερ από το βιβλίο;» για να πάρει την απάντηση της Κλίντον: «Γιατί η Θάτσερ δεν προσπάθησε να κάνει μια θετική διαφορά σε ό,τι αφορά τις γυναίκες». Μια αλλόκοτη απάντηση για την πρώτη γυναίκα πρωθυπουργό που εξελέγη τρεις φορές αφήνοντας αποτύπωμα όχι μονάχα στις γυναίκες αλλά στο σύνολο της κοινωνίας. Μια παράδοξη απάντηση από κάποια που όχι μόνο δεν κατάφερε να εκλεγεί, αλλά έσπρωξε το εκλογικό σώμα στον Τραμπ που περήφανα δηλώνει ότι χουφτώνει τις γυναίκες.

Η Μόνικα Λεβίνσκι, που επιστρέφει είκοσι πέντε χρόνια μετά τη σκανδαλώδη αποχώρηση, στα πενήντα γνωρίζει ποια είναι. Είναι μια ανθεκτική γυναίκα.

Αλλά έτσι είναι, κάποιες γυναίκες βάζουν τα όριά τους. Συμπαθούν τις ομόφυλές τους υπό τον όρο να μην είναι πιο επιτυχημένες από τις ίδιες. Είναι αστείο πώς αντιλαμβάνεται η κάθε μία από εμάς τις γυναίκες, τον «φεμινισμό», δεν είναι;

Εχω και εγώ τις απορίες μου. Πώς η Χίλαρι Κλίντον δηλώνει τόσο φανατική φεμινίστρια όταν παραμέρισε, πατώντας το κουμπί της αναμονής στις δικές της φιλοδοξίες, για να υποστηρίξει επί δεκαετίες τις επιδιώξεις ενός, παθολογικά, άπιστου συζύγου; Είναι πράγματι φεμινίστρια κάποια που συμβάλλει στη δαιμονοποίηση και στη διαπόμπευση άλλων γυναικών, με τις οποίες ο άντρας της είχε σχέσεις, εστιάζοντας στο να «κρατήσει» τον αξιολύπητο φίλο του Επσταϊν πάση θυσία; Πώς θεωρείται υπέρμαχος των γυναικών η γυναίκα που προσμένει στη λήξη της επιτυχημένης καριέρας του συζύγου, για να κληρονομήσει γνωριμίες, επαφές και επώνυμό του πριν αποπειραθεί ένα δικό της ξεκίνημα;

Σκεφτόμουν τι θα γινόταν εάν ο Μπιλ Κλίντον είχε παραδεχτεί από την αρχή την αλήθεια. Θα ήταν η συντηρητική αμερικανική κοινωνία τώρα, ελάχιστα, διαφορετική; Φανταστείτε τον πρόεδρο να είχε το θάρρος να πει: «Ναι, απ’ ό,τι φαίνεται, δεν είμαι μονογαμικός. Νιώθω πολύ άσχημα που πλήγωσα τη γυναίκα μου. Παρότι πιστεύω στον θεσμό του γάμου, όπως επίσης πιστεύω ότι τους όρκους που δίνουμε θα έπρεπε όλοι να τους τιμούμε. Δεν τα καταφέρνουμε όλοι. Δυστυχώς, εγώ, εκεί, απέτυχα. Δεν είμαι περήφανος για ό,τι έγινε, δεν είναι ό,τι καλύτερο, δεν είναι και ό,τι χειρότερο. Είναι ανθρώπινο. Πιθανότατα να έχει συμβεί και σε εσάς και ίσως μπορείτε να με καταλάβετε. Θα ήθελα να με καταλάβετε. Ας περάσουμε τώρα στο θέμα των στεγαστικών δανείων και στο σύστημα υγείας».

Δεν ξέρω τι αποτέλεσμα θα είχε αυτό στις δημοσκοπήσεις, αλλά ίσως είχε συμβάλει, έστω και κατά το ελάχιστο, στην εκπαίδευση και την ωρίμανση μιας κοινωνίας, της αμερικανικής, που ακόμη παλεύει για τα αυτονόητα όπως το θέμα των αμβλώσεων.

Τότε, μία γυναίκα ντροπιάστηκε, μία πληγώθηκε και όλος ο πλανήτης ασχολούνταν με την πίκρα και τη ταπείνωσή τους. Τώρα, η ενήλικη Λεβίνσκι κάνει εκστρατεία ενάντια στην κουλτούρα του δημόσιου εξευτελισμού. Μια κουλτούρα που καλλιεργείται εδώ και δύο δεκαετίες μέσω του τρόλινγκ, της καταπάτησης της ιδιωτικότητας και της on line κακοποίησης. «Μια αγορά έχει δημιουργηθεί όπου ο διασυρμός σε κοινή θέα είναι προϊόν και η ντροπή βιομηχανία», μας λέει σε TED talk. Αυτή η κουλτούρα, συνεχίζει, «έχει μια αθέατη τιμή που δεν συνυπολογίζεται. Το κόστος που έχει για το θύμα. Κάποιοι βγάζουν χρήματα από τον πόνο του άλλου και όσο περισσότερο αποζητούμε κουτσομπολιό, τόσο περισσότερο μουδιάζουμε απέναντι στο γεγονός ότι από πίσω υπάρχουν ανθρώπινες ζωές». Καλωσορίζω τη Μόνικα, που στα πενήντα γνωρίζει ποια είναι. Είναι μια ανθεκτική γυναίκα.

(*) Η κ. Ελεάννα Βλαστού είναι συγγραφέας και ζει στο Λονδίνο.

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr