Στην Ελλάδα δεν πεινάμε, μάλλον δεν χορταίνουμε…
Απεργία πείνας του πατέρα γιατί δεν (του) επιτρέπει η Πολιτεία την εκταφή της κόρης του.
Οποιαδήποτε κόρη; Οποιοσδήποτε πατέρας; Οποιαδήποτε Πολιτεία;
Ζούμε στα χώματα της φυλής που για να τιμήσει τους νεκρούς της, σταματούσε πολέμους. Αναπνέουμε στην Πατρίδα όπου η Δικαιοσύνη στολίστηκε με την Σοφία. Πορευόμαστε σε ένα Κράτος που δεμένο με χρέη προς Θεό και Ανθρώπους γράφει την σύγχρονη Ιστορία του αιώνες τώρα.
Σε αυτό το χώμα, την πατρίδα, σε αυτό το κράτος, έλαχε να θρηνήσει αδικοχαμένους νεκρούς. Δύο τρένα συγκρούονται και 57 άνθρωποι εξαϋλώνονται. Άλλες τόσες οικογένειες χαροκαμένες καλούνται να γίνουν οι μάρτυρες: Αν η Ελλάδα είναι χώμα ιερό, είναι πατρίδα αληθινή, είναι κράτος δίκαιο.
Ο πατέρας που φιλά την κόρη του για ένα ταξίδι ρουτίνας, λίγες ώρες μετά την παραλαμβάνει σε μια μαύρη σακούλα - σάβανο ως βιολογικό δείγμα μιας ύπαρξης. Δεν τρελαίνεται γιατί έχει να δώσει τον αγώνα της τιμής, της μνήμης και της δικαίωσης.
Δυστυχώς σε αυτόν τον αγώνα δεν βρίσκει ούτε Ανώτερη Πατρίδα, ούτε Ανθρώπινο Κράτος, ούτε Χώμα Ιερό…
Δεν έχει άλλο δρόμο, άλλη επιλογή, άλλη ελπίδα, άλλη αποστολή, άλλη παρηγοριά. Στο μνημείο, του άγνωστου στρατιώτη, που μπορεί και αυτός να έχει μείνει άταφος χάριν της Πατρίδας, «αυτοκτονεί» μπροστά στα μάτια μας. Μόνο που η «αυτοκτονία» αυτή είναι ιερή γιατί σαν κλεψύδρα ανθρωπιάς μας δίνει τον χρόνο... Όσο χρόνο αφαιρεί η απεργία πείνας από τη ζωή του πατέρα τόσος χρόνος δίνεται σε μας για να αφυπνιστούμε…
Ο πατέρας μπροστά από την Βουλή δεν απεργεί. Πεθαίνει. Γιατί να ζήσει; Δεν στερείται. Μάχεται. Τι άλλο να στερηθεί; Δεν διαμαρτύρεται. Πορεύεται. Τι άλλο του μένει; Να «ζήσει» αλλιώς…
Απεργός πείνας. Θα περίμενε κανείς η κοινωνία να στερείται ήδη, να θυσιάζει, να αφιερώνει, να αγκαλιάζει, τον πατέρα και την κόρη. Κάθε πατέρα και κάθε κόρη.
Απεργούμε υπέρ των μισθών μας. Συγκεντρωνόμαστε κατά του Ισραήλ. Διαδηλώνουμε για μια τιμή στο λάδι. Αντιδρούμε για την ακρίβεια στο ράφι. Ο ΟΠΕΚΕΠΕ ιερότερος των Τεμπών…
Είναι φανερό. Δεν πεινάμε. Απλά δεν χορταίνουμε...
Αν πεινούσαμε όλοι, από την ίδια αιτία, για τον ίδιο σκοπό, τότε θα εξέλειπαν και τα άλλοθι της φτώχειας, της ανασφάλειας, της αναξιοκρατίας, της αδικίας.
Στους δρόμους βγήκαμε αλλά να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή. Θέλει οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους. Δεν μυρίζει πια ο Μάης της Ελλάδα αλλά το σκοτάδι και όλη η άβυσσος…
Νόημα της ζωής. Έρχεται η ώρα που το χρήμα δεν έχει σημασία αλλά μόνον η ψυχή. Εσύ, εγώ, εμείς, αποδεικνυόμαστε άψυχοι αργυρώνητοι θεατές.
Ποιος Θεός, ποια Παναγιά, ποιος Σοφός, ποια Κοινωνία, δέχεται να σβήνει ένας πατέρας σε δημόσια θεά, σε live μετάδοση;
Και καλά αυτός ξέρει τι κάνει. Ή θα δικαιώσει την μνήμη της κορούλας του ή θα την συναντήσει εκεί που είναι.
Είναι δυνατόν απ’ αυτόν να κινδυνεύει η Πολιτεία; Κι όμως ίσως…
Κι εμείς; Αχόρταγοι, θα μνημονεύουμε το ήρωα πατέρα, νομίζοντας ότι πεινάσαμε το ίδιο, υποφέραμε το ίδιο, ζούμε το ίδιο.
Πόσο τραγικό είναι όταν συμβαίνει; Ένας πατέρας που οδεύει προς τον Θάνατο να είναι πιο ζωντανός από εκείνον τον πατέρα που ζει και βασιλεύει.
Βασιλέα, λοιπόν, αυτής της φλούδας γης, όποιος κι αν είσαι, ένα νεύμα σου αρκεί για να μυρίσει Ανάσταση, για να ξεχυθεί η ελπίδα, να ανθίσει η Άνοιξη να έχει νόημα ο Χειμώνας, στις ψυχές, τις καρδιές και στο νου μας.
Δεν χορταίνω...
Βοήθεια ζητώ από αυτόν που πεινά, για ζωή, δικαιοσύνη, ελευθερία, τιμή, πατρίδα, αγάπη, ανθρωπιά.