ΕΛΛΑΔΑ. Την κατάργηση της Ρήτρας Αναπροσαρμογής με παράλληλη κατάργηση ή έστω περιορισμό του χρηματιστηρίου ενέργειας και ταυτόχρονα «…τον έλεγχο των εταιριών ενέργειας για πιθανά φαινόμενα κερδοσκοπίας», ζητά ο Ιωάννης Παναρίτης, πρόεδρος του Επιμελητηρίου Λακωνίας με επιστολή του προς τον Κώστα Σκρέκα, υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

  • «Αμιγώς και αποκλειστικά επιχειρηματική απόφαση των Προμηθευτών Ηλεκτρικής Ενέργειας, η Ρήτρα Αναπροσαρμογής»

Αφού επαναλάβει το ανέφικτο της πληρωμή από νοικοκυριά και επιχειρήσεις υπέρογκων ποσών λόγω υπερβολικών αυξήσεων στην ενέργεια, ο Ι. Παναρίτης υπογραμμίζει ότι, «…οι υπέρογκες αυξήσεις στα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας οφείλονται στη Ρήτρα Αναπροσαρμογής [ …] που σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΡΑΕ 28/04/2022 αποτελεί αμιγώς και αποκλειστικά επιχειρηματική απόφαση των Προμηθευτών …».

  • «Η ηλεκτρική ενέργεια είναι κοινωνικό αγαθό, όχι χρηματιστηριακό εμπόρευμα»

Επιπλέον περιγράφει τη στρέβλωση που δημιουργεί κατά την τρέχουσα συγκυρία το Χρηματιστήριο Ενέργειας, αφού μέσα από αυτό «περνά το 100% της παραγόμενης και πωλούμενης ενέργειας ηλεκτρικού ρεύματος στη χώρα μας και η τιμή διαμορφώνεται από το ακριβότερο τμήμα του μίγματος». Ως συνέπεια,

«ένα κοινωνικό αγαθό, το ρεύμα, εξασφαλίζει τεράστια κέρδη στους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας εις βάρος των καταναλωτών».

  • «Η Πολιτεία να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, με γενναίες πολιτικές αποφάσεις»

«Η επίλυση του προβλήματος είναι πολιτική απόφαση και απαιτεί την κατάργηση της Ρήτρας Αναπροσαρμογής, του χρηματιστηρίου ενέργειας ή τον περιορισμό του και ταυτόχρονα τον έλεγχο των εταιριών ενέργειας για πιθανά φαινόμενα κερδοσκοπίας.

Η Πολιτεία πρέπει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων με γενναίες πολιτικές αποφάσεις», καταλήγει στην επιστολή του ο Ι. Παναρίτης.

Η επιστολή

«Αξιότιμε κε Υπουργέ,

Είναι γνωστό σε όλους ότι επιχειρήσεις και νοικοκυριά πλήττονται από την αύξηση του πληθωρισμού – που κινείται πλέον κοντά σε διψήφια νούμερα – και από τις υπερβολικές αυξήσεις στην ενέργεια, σε σημείο που η πληρωμή των υπέρογκων αυτών ποσών να καθίσταται για πολλούς αδύνατη.

Οι υπέρογκες αυξήσεις στα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας οφείλονται στη Ρήτρα Αναπροσαρμογής των Συμβάσεων Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας που σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΡΑΕ 28/04/2022 “αποτελεί αμιγώς και αποκλειστικά επιχειρηματική απόφαση των Προμηθευτών Ηλεκτρικής Ενέργειας και δεν “επιβλήθηκε” από τη ΡΑΕ”.

Με τον Ν 4512/2018 για την αναδιοργάνωση της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας δημιουργήθηκε το χρηματιστήριο ενέργειας, μέσα από το οποίο περνά το 100% της παραγόμενης και πωλούμενης ενέργειας ηλεκτρικού ρεύματος στη χώρα μας και η τιμή διαμορφώνεται από το ακριβότερο τμήμα του μίγματος. Κατά συνέπεια ένα κοινωνικό αγαθό, το ρεύμα, εξασφαλίζει τεράστια κέρδη στους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας εις βάρος των καταναλωτών.

Τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση για την ελάφρυνση επιχειρήσεων και νοικοκυριών δεν αποτελούν ουσιαστική λύση όσο εφαρμόζεται η πολιτική της μετατροπής της ηλεκτρικής ενέργειας από κοινωνικό αγαθό σε εμπόρευμα και μάλιστα χρηματιστηριακό. Οι αυξήσεις θα συνεχιστούν και τα χρέη θα προστεθούν στις συσσωρευμένες οφειλές από μια μακροχρόνια οικονομική και υγειονομική κρίση που οδήγησε στην κατακόρυφη πτώση του εισοδήματος των νοικοκυριών και κατ’ επέκταση του τζίρου των επιχειρήσεων.

Αξιότιμε κε Υπουργέ,

Οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά στενάζουν κάτω από το βάρος των συνεχών αυξήσεων. Ήδη τα Επιμελητήρια δέχονται καθημερινά διαμαρτυρίες, καταναλωτικές οργανώσεις δραστηριοποιούνται για το θέμα, επιχειρήσεις και νοικοκυριά προσφεύγουν στη δικαιοσύνη. Η αγορά κυριολεκτικά βράζει.

Η επίλυση του προβλήματος είναι πολιτική απόφαση και απαιτεί την κατάργηση της Ρήτρας Αναπροσαρμογής, του χρηματιστηρίου ενέργειας ή τον περιορισμό του και ταυτόχρονα τον έλεγχο των εταιριών ενέργειας για πιθανά φαινόμενα κερδοσκοπίας.

Η Πολιτεία πρέπει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων με γενναίες πολιτικές αποφάσεις. Χωρίς αυτές οποιαδήποτε προσπάθεια ελάφρυνσης των βαρών θα είναι σταγόνα στον ωκεανό.»

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις