ΑΡΚΑΔΙΑ. Περπατώντας στις όχθες του Λούσιου ποταμού και στο ομώνυμο φαράγγι του, θα διαβούμε από μοναστήρια κρεμασμένα στα βράχια, από ένδοξες αρχαίες πόλεις και από γεφύρια αληθινά κοσμήματα!

Ο μοναδικός τρόπος για να απολαύσεις τη φύση σε όλο της το μεγαλείο, αλλά και να ανακαλύψεις τι κρύβεται μέσα στους απόκρημνους γκρεμούς του φαραγγιού και στις όχθες του μυθικού ποταμού, είναι η πεζοπορία.

Αν ωστόσο δεν είσαι και πολύ φίλος της πεζοπορίας, τότε μπορείς να επιλέξεις μόνο ένα κομμάτι της σηματοδοτημένης διαδρομής ή να επισκεφτείς τμηματικά με το αυτοκίνητό σου, κάποια από αυτά τα σημεία.

Από τη Δημητσάνα μέχρι τα ιστορικά μοναστήρια του Λούσιου

Η μεγάλη εκδοχή της πεζοπορικής διαδρομής, έχει ως αφετηρία το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης στη Δημητσάνα. Μετά από μια σύντομη επίσκεψη στον μουσειακό χώρο, την οποία και προτείνω ανεπιφύλακτα (4 ευρώ είσοδος για ενήλικες και 2 ευρώ για παιδιά), παίρνουμε το μονοπάτι για να κατέβουμε προς της ρεματιά, όπου θα συναντήσουμε και το ποτάμι.

Ύστερα η πορεία μας γίνεται ελαφρώς ανηφορική, μέχρι τον πρώτο μας σταθμό που είναι η Νέα Μονή Φιλοσόφου. Χτισμένη τον 17ο αιώνα στη δυτική όχθη του ποταμού, αποτελεί τη συνέχεια θα λέγαμε της Παλαιάς Μονής Φιλοσόφου, η οποία βρίσκεται μόλις 400 μέτρα παρακάτω, σε ένα πολύ πιο απόκρημνο και αρκετά δύσβατο σημείο.

Για την ιστορία, η Παλιά Μονή χτίστηκε το 963 και θεωρείται μια από τις αρχαιότερες Μονές της Ελλάδας. Υπήρξε ένα σπουδαίο πνευματικό κέντρο της Αρκαδίας, με πλούσια βιβλιοθήκη και μεγάλη περιουσία. Το δύσβατο σημείο όμως στο οποίο βρισκόταν, ανάγκασε τους μοναχούς να μεταφερθούν σε πιο βατό τόπο και να δημιουργήσουν τη Νέα Μονή Φιλοσόφου.

Μετά λοιπόν την απαραίτητη στάση, ύστερα από 2 ώρες περπάτημα από το μουσείο της Δημητσάνας μέχρι τη Νέα Μονή Φιλοσόφου, κατηφορίζουμε προς το ποτάμι. Εκεί θα περάσουμε απέναντι από το γεφύρι, για να σκαρφαλώσουμε στην Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου (ή Αγίου Ιωάννη Προδρόμου). Στη διαδρομή αυτή και πριν φτάσουμε στο ποτάμι, υπάρχει σήμανση για να ανέβουμε ως το παλιό μοναστήρι του Φιλοσόφου.

Παρότι τα ερείπια είναι σε κακή κατάσταση, αξίζει να φτάσει κανείς ως αυτό το σημείο. Η θέα προς τη χαράδρα του Λούσιου, είναι συγκλονιστική και η ιστορική Μονή, συνεχίζει και αποπνέει έναν αέρα πνευματικής ανάτασης. Η παράκαμψη προς το παλιό μοναστήρι πήγαινε – έλα, είναι συνολικά μισή ώρα επιπλέον της διαδρομής μας.

Αφού λοιπόν περάσουμε το στενό πέρασμα του ποταμού, με τα ορμητικά νερά του να σκίζουν τα βράχια αναζητώντας τη φυγή τους, παίρνουμε το ανηφορικό μονοπάτι για το μοναστήρι των βράχων, τη Μονή Τιμίου Προδρόμου. Πρόκειται για ένα από τα πιο επιβλητικά μοναστήρια της Ελλάδας, θυμίζοντας κάτι από Μετέωρα αλλά στην πιο ασκητική τους μορφή.

Αν η ώρα μας παίρνει (η Μονή μένει κλειστή τις μεσημεριανές ώρες) μπαίνουμε μέσα, για κέρασμα καφεδάκι και λουκούμι. Η ηρεμία του χώρου, σε κάνει να νιώθεις πως ζεις σε ένα παράλληλο σύμπαν. Πως οτιδήποτε που αφορά την τεχνολογία και τον σύγχρονο τρόπο ζωής, απέχει πολύ από τη μοναστική ζωή αυτού του τόπου.

Από τη Νέα Μονή Φιλοσόφου ως την Μονή Τιμίου Προδρόμου, η απόσταση μετριέται σε περίπου 45 λεπτά περπάτημα (χωρίς την παράκαμψη για το εγκαταλελειμμένο μοναστήρι).

Από τη Μονή Τιμίου Προδρόμου ως την Αρχαία Γόρτυνα και το γεφύρι του Κόκκορη

Αφήνοντας πίσω μας το μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου και με κληρονομιά, σπάνιες εικόνες και συναισθήματα που ηρεμούν σώμα και ψυχή, κατηφορίζουμε προς της Αρχαία Γόρτυνα και το γεφύρι του Κόκκορη, όπου και τερματίζει η πεζοπορική διαδρομή μας. Η συνολική απόσταση μοναστήρι - Αρχαία Γόρτυνα, είναι λιγότερο από μία ώρα.

Η διαδρομή κινείται μέσα στο πράσινο κι έχει μόνιμα κατηφορική, ήπια κλίση. Στο τέλος του μονοπατιού θα πέσουμε πάνω σε χωματόδρομο όπου μετά από μερικά μέτρα θα μας οδηγήσει στην αρχαία πόλη της Γόρτυνας, όπου υπήρξε μια φημισμένη λουτρόπολη ως τον 4ο αιώνα π. Χ.. Μάλιστα, διέθετε ένα από τα σημαντικότερα Ασκληπιεία της αρχαίας Ελλάδας, ναούς και λατρευτικούς χώρους.

Μπορεί σήμερα, να αναπτύσσονται δύσκολα πόλεις και χωριά δίπλα από τα ποτάμια, ωστόσο υπήρξαν εποχές που όχι απλώς χτίστηκαν κάποιες πόλεις, αλλά υπήρξαν σημεία αναφοράς μια ολόκληρης ιστορίας. Αυτό ακριβώς συνέβη και με τον Λούσιο, ο οποίος φιλοξένησε στις όχθες του πολλές σημαντικές πόλεις, μεταξύ αυτών και οι: Βρένθη, Μάραθα και Τεύθις.

Τελευταίος μας σταθμός είναι το γεφύρι του Κόκκορη, το οποίο στεφανώνει τις όχθες του ποταμού με τον πιο περίτεχνο και κομψό τρόπο, καμωμένο από πέτρα και μαεστρία! Άλλωστε οι τεχνίτες τις Αρκαδίας είχαν τη φήμη των μαστόρων που ήξεραν όχι απλώς να χτίζουν, αλλά να δημιουργούν στολίδια στην υπηρεσία των ανθρώπων, απόλυτα εναρμονισμένα με τη φύση.

Αν ο καιρός το επιτρέπει, μια βουτιά στα παγωμένα νερά του ποταμού, θα είναι η απόλυτη αναζωογόνηση μετά την πεζοπορία, η οποία στο σύνολό της και χωρίς τις στάσεις, δεν ξεπερνάει τις τέσσερις ώρες.