Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης*

Σε όλες τις χώρες του κόσμου, διαμένουν αρκετά εκατομμύρια ομογενείς μας. Αρκετά εκατομμύρια Έλληνες. Σε όλες τις χώρες του δυτικού κόσμου, οι δικοί τους ομογενείς ψηφίζουν εδώ και πολλές δεκαετίες. Η εκεί συμμετοχή είναι μεγάλη και γίνεται είτε σε ειδικά εκλογικά κέντρα είτε μέσω επιστολής. Το 2019 επί υπουργίας Τάκη Θεοδωρικάκου, τα κόμματα εψήφισαν ένα νομοσχέδιο τομή, για την παροχή δικαιώματος ψήφου στους ομογενείς. Ο νόμος αυτός, ήταν αποτέλεσμα συμβιβασμού και διαβούλευσης μεταξύ των κομμάτων, ώστε να εξασφαλιστεί ευρύτατη πλειοψηφία στην βουλή. Προβλέπει προϋποθέσεις για την κτήση του δικαιώματος ψήφου ομογενών. Τώρα, με νομοσχέδιο του υπουργείου εσωτερικών, αφαιρούνται κάποιες προϋποθέσεις και μοναδική προϋπόθεση θα είναι: Να είναι εγγεγραμμένος στους γενικούς εκλογικούς καταλόγους και να υποβάλλει αίτηση για την εγγραφή στον ειδικό εκλογικό κατάλογο της χώρας του, ώστε να δημιουργηθεί εκλογικό τμήμα εκεί. Θα τεθεί όριο ψηφισάντων, για την εκλογή ομογενή στην θέση του βουλευτή επικρατείας.

Στην πράξη, αυτό που προτείνεται να καταργηθεί είναι η προϋπόθεση παραμονής δύο ετών στην Ελλάδα κατά την τελευταία 35ετία και η υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης κατά το τρέχον ή το προηγούμενο έτος, καθώς θεωρείται ότι θα κριθούν ως Αντισυνταγματικές διατάξεις από το Συμβούλιο της Επικρατείας και οι συγκεκριμένες προϋποθέσεις, θέτουν εμπόδια στην μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή των ομογενών μας στην εκλογική διαδικασία.

Σήμερα, ισχύει ο νόμος του 2019.

Προ της ψήφισης του νομοσχεδίου Θεοδωρικάκου, υπήρχε απλά συνταγματική πρόβλεψη, για το δικαίωμα ψήφου των ομογενών, χωρίς εξειδίκευση με νόμο και αφορούσε τους ήδη εγγεγραμμένους στους ελληνικούς εκλογικούς καταλόγους, χωρίς να έχουν το δικαίωμα να ψηφίσουν στον τόπο διαμονής τους (τους επέτρεπε απλά να ψηφίσουν εάν τύχει να βρεθούν στην Ελλάδα την περίοδο των εκλογών). Η εκάστοτε αλλαγή του εκλογικού νόμου, θα πρέπει να λάβει την θετική ψήφο των 2/3 των βουλευτών, ώστε να ισχύει από τις ερχόμενες εθνικές εκλογές. Εάν λάβει π.χ. 151 θετικές ψήφους βουλευτών, ισχύει από τις επόμενες εθνικές εκλογές και όχι από τις ερχόμενες. Σε κάθε περίπτωση, ο νόμος του 2019, αποτελεί μία σημαντική νομοθετική πρωτοβουλία, που άργησε δεκαετίας και αποτελεί πάγιο διαχρονικό αίτημα.

Όλοι οι Έλληνες πολίτες που ζουν στο εξωτερικό έχουν ήδη δικαίωμα ψήφου στις ελληνικές εθνικές εκλογές. Εξαίρεση αποτελούν μόνον όσοι έχουν αποκτήσει ιθαγένεια με τη διαδικασία της πολιτογράφησης (άρα έχουν γεννηθεί εκτός Ελλάδας) και δεν έχουν εγγραφεί ακόμα σε εκλογικούς καταλόγους. Δικαιούνται να το κάνουν, σύμφωνα με το σύνταγμα και την ισχύουσα νομοθεσία (εκτός αν έχουν καταδικαστεί σε στέρηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο).

Είτε μιλάμε για σπουδαστές εξωτερικού, είτε για πρόσφατους μετανάστες, είτε για ομογενείς 3ης και 4ης γενιάς, από τη στιγμή που έχουν ελληνική ιθαγένεια και είναι εγγεγραμμένοι ψηφοφόροι αποτελούν κομμάτι του υπάρχοντος εκλογικού σώματος. Άρα μπορούν να ψηφίσουν χωρίς πρόβλημα με επίδειξη διαβατηρίου ή αστυνομικής ταυτότητας στο εκλογικό τους τμήμα στην Ελλάδα. Εάν δεν έρθουν να ψηφίσουν με δικά τους έξοδα , μετράνε στην αποχή. Πράγμα που επηρεάζει έμμεσα το εκλογικό αποτέλεσμα.

Στο άρθρο 51 του Συντάγματος προβλέπεται οι Έλληνες πολίτες εξωτερικού να μπορούν να ψηφίζουν από τον τόπο διαμονής τους μόλις εγκριθεί από τα 2/3 της Βουλής νόμος που θα ορίζει με ποιον ακριβώς τρόπο θα το κάνουν. Στο ίδιο άρθρο γίνεται αναφορά στο ενδεχόμενο της επιστολικής ψήφου, καθώς και στο να τοποθετούνται κάλπες σε πρεσβείες και προξενεία, ώστε να απαιτείται φυσική παρουσία του εκλογέα (όπως συμβαίνει εντός Ελλάδας, άλλωστε). Συνταγματική πρόβλεψη υφίσταται και απαιτεί εξειδίκευση με νόμο του κράτους.

Σε θεσμικό επίπεδο, δεν τίθεται θέμα αμφισβήτησης του δικαιώματος ψήφου των αποδήμων, ούτε θέμα συνταγματικής αναθεώρησης για το αν πρέπει να αποκτά κανείς ελληνική ιθαγένεια με το «δίκαιο του αίματος» ή με το «δίκαιο του εδάφους». Και σίγουρα δεν τίθεται θέμα να αφαιρεθεί η ιθαγένεια από κανέναν. Αυτό που συζητούν μεταξύ τους τα κοινοβουλευτικά κόμματα σήμερα είναι το πώς θα διευκολυνθούν να ψηφίζουν από το εξωτερικό οι Έλληνες πολίτες, από τον τόπο διαμονής τους. Όχι το αν πρέπει να ψηφίζουν, και σίγουρα όχι το αν θα τους δοθεί ένα δικαίωμα που ήδη έχουν από το Σύνταγμα.

Υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ των κοινοβουλευτικών κομμάτων σχετικά με τα εξής ζητήματα:

  • Αν θα τεθούν περιορισμοί στη χρονική διάρκεια συνεχόμενης απουσίας από τη χώρα, και αν αυτοί οι περιορισμοί θα ισχύσουν αναδρομικά. Η πρόταση του ΚΚΕ π.χ. είναι να τεθεί ένα όριο στα 30 χρόνια που ζει κάποιος μόνιμα εκτός Ελλάδας,
  • αν θα συνδεθεί το δικαίωμα ψήφου με ΑΦΜ και εισοδηματικά κριτήρια (ακίνητη περιουσία, κλπ), που και πάλι αποτελεί προτεινόμενο όρο του ΚΚΕ, αν και ενδεχομένως να καταπέσει στο Συμβούλιο της Επικρατείας ως αντισυνταγματική διάταξη,
  • αν θα ιδρυθούν περιφέρειες εξωτερικού ή θα εντάσσονται οι ψήφοι των αποδήμων στις έδρες Επικρατείας. Το ΜέΡΑ25 προτείνει την πρώτη λύση, με το σκεπτικό ότι έτσι θα καταγραφούν επακριβώς οι εκλογείς εξωτερικού και θα οριστεί αριθμός εδρών με βάση τον αριθμό εγγεγραμμένων. Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει τη δεύτερη λύση, με μικρό αριθμό εδρών Επικρατείας, και ψήφους που δεν θα επηρεάζουν το εκλογικό αποτέλεσμα. Πράγμα που ενδεχομένως να κριθεί κι αυτό αντισυνταγματικό, αν και κανένα άλλο κόμμα δεν φαίνεται να συμφωνεί με τον συγκεκριμένο όρο,
  • αν θα ασκούν οι απόδημοι το εκλογικό τους δικαίωμα με επιστολική ψήφο ( πρόταση ΠΑΣΟΚ), ή αν θα ψηφίζουν σε πρεσβείες και προξενεία. Τα κόμματα έχουν συναινέσει να μην υφίσταται δικαίωμα επιστολικής ψήφου.

Η διευκόλυνση της ψήφου της διασποράς, παρά το σημαντικό αριθμό περιορισμών και προϋποθέσεων που υιοθετήθηκαν, επαναπροσδιόρισε επί της αρχής τη σχέση μεταξύ της πατρίδας και της διασποράς.

Τον Δεκέμβριο του 2019, η Βουλή των Ελλήνων ενέκρινε, με συντριπτική πλειοψηφία (288 από τους 300 βουλευτές), ένα νομοσχέδιο που επέτρεπε στους Έλληνες της διασποράς να ασκήσουν το δικαίωμα ψήφου από τον τόπο κατοικίας τους. Από το 1975, η Ελλάδα είχε καθορίσει ως συνταγματικό δικαίωμα για όλους τους Έλληνες πολίτες της που διέμεναν στο εξωτερικό, να ψηφίζουν στις εθνικές εκλογές, υπό την προϋπόθεση ότι θα επέστρεφαν στην Ελλάδα για να ψηφίσουν αυτοπροσώπως την ημέρα των εκλογών. Ως εκ τούτου, η υιοθέτηση του νόμου το 2019 για τη διευκόλυνση της ψήφου της διασποράς στο εξωτερικό, ο οποίος καθόρισε τους όρους που επιτρέπουν την άσκηση αυτού του δημοκρατικού δικαιώματος, υπήρξε καθοριστική στιγμή για την πολιτική διασύνδεση της ελληνικής διασποράς με την πατρίδα.

Αυτή η αλλαγή συντελέστηκε 44 χρόνια μετά την πρώτη εισαγωγή του δικαιώματος στο Ελληνικό Σύνταγμα.

Ο νόμος Θεοδωρικάκου του 2019, για την κατοχύρωση ψήφου των ομογενών, που ισχύει σήμερα

Η ψηφοφορία θα διεξάγεται συγκεκριμένη ημέρα από Τετάρτη έως Σάββατο, παραμονή των εκλογών, αλλά η καταμέτρηση θα γίνεται ταυτόχρονα με το σύνολο της Ελληνικής Επικράτειας. Προϋπόθεση για την χορήγηση δικαιώματος ψήφου στους απόδημους, αποτελεί η διαμονή για δύο συνολικά έτη εντός της Ελληνικής επικράτειας κατά τα τελευταία 35 χρόνια, η ύπαρξη ελληνικού ΑΦΜ από τους εκλογείς ή συζύγους τους και η εγγραφή σε ελληνικό εκλογικό κατάλογο.

Οι ομογενείς μας, που πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις, θα πρέπει να αιτηθούν ηλεκτρονικά (σε ειδική εφαρμογή της ιστοσελίδας του υπουργείου εσωτερικών), την εγγραφή τους, στον ειδικό εκλογικό κατάλογο εξωτερικού, υποβάλλοντας ηλεκτρονικά τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Η διετής διαμονή στην Ελλάδα, αποδεικνύεται π.χ. με βεβαίωση φοίτησης σε ελληνικό σχολείο ή Πανεπιστήμιο, ή με την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών, ή με την εκπλήρωση της στρατιωτικής θητείας κ.α.. Η άσκηση του εκλογικού δικαιώματος, γίνεται με αυτοπρόσωπη παρουσία σε εκλογικό κέντρο που έχει ορίσει το υπουργείο εσωτερικών, δηλαδή στις Πρεσβείες, Προξενεία , γραφεία ελληνικών Ιερών Ναών, γραφεία ή κτίρια συλλόγων ή ελληνικών οργανώσεων. Μετά το τέλος της ψηφοφορίας, γίνεται μόνο αρίθμηση των φακέλων που περιέχει η κάλπη, χωρίς οι φάκελοι να ανοιχτούν. Στη συνέχεια, αποστέλλονται αεροπορικώς στο Εφετείο Αθηνών για την καταμέτρηση.

Στο συγκεκριμένο σχέδιο νόμου, δεν προβλέπεται ο τρόπος εκλογής των Βουλευτών, διότι θα ακολουθήσει άμεσα η αλλαγή του εκλογικού νόμου, με ξεχωριστό νομοσχέδιο, αποσυνδέοντας έτσι το δικαίωμα παροχής ψήφου στους Έλληνες του εξωτερικού, από την αλλαγή στο εκλογικό σύστημα.

Στη Συνταγματική Αναθεώρηση που ξεκίνησε η προηγούμενη Βουλή, περιέλαβε στις προς αναθεώρηση διατάξεις του Συντάγματος, αυτούσια την παράγραφο που προβλέπει ότι νέος εκλογικός νόμος για να ισχύσει στις αμέσως επόμενες εθνικές εκλογές, θα πρέπει να έχει εξασφαλίσει 200 ψήφους Βουλευτών. Η συγκεκριμένη διάταξη (άρθρο 54, 1 Συντάγματος) κρίθηκε αναθεωρητέα από την προηγούμενη Βουλή με σχετική πλειοψηφία 151 Βουλευτών, αλλά το ακριβές περιεχόμενο θα αποφασισθεί από την σημερινή Βουλή. Δηλαδή, αν υπάρξει πλειοψηφία 180 ψήφων Βουλευτών και άνω, η οποία θα αποφασίσει ότι ο νέος εκλογικός νόμος θα ισχύσει από τις αμέσως επόμενες εθνικές εκλογές και όχι από τις μεθεπόμενες εκλογές, μπορεί αυτό να το εξασφαλίσει με Συνταγματική πρόβλεψη. Για τις διατάξεις που χαρακτηρίζονται ως αναθεωρητέες, στην πρώτη Βουλή με 180 Βουλευτές, η αναθεώρηση στην επόμενη Βουλή, μπορεί να γίνει με πλειοψηφία 151 ψήφων. Στην αντίστροφη περίπτωση, αν η πρώτη Βουλή, έχει την πλειοψηφία των 151 ψήφων σε μια αναθεωρητέα Συνταγματική διάταξη, η επόμενη Βουλή χρειάζεται τουλάχιστον 180 ψήφους Βουλευτών.

Εάν δεν αναθεωρηθεί η συγκεκριμένη Συνταγματική διάταξη, δηλαδή δεν καταφέρει να συγκεντρώσει τον απαιτούμενο αριθμό των 180 ψήφων στην Βουλή, τότε: Για να αλλάξει το εκλογικό σύστημα και να εφαρμοστεί ένα νέο από τις αμέσως επόμενες εθνικές εκλογές, απαιτείται πλειοψηφία 2/3 της Βουλής. Πρέπει δηλαδή να συμφωνήσουν 200 βουλευτές - και όχι 180. Αλλιώς, η κυβέρνηση είναι σε θέση να αλλάξει τον νόμο με απλή πλειοψηφία (151), όμως το σύστημα να ισχύσει από τις μεθεπόμενες εκλογές.

Σύμφωνα με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, οι εθνικές εκλογές γίνονται με σταυρό προτίμησης, αλλά και με λίστα.

Συγκεκριμένα, οι 288 έδρες κατανέμονται σύμφωνα με την ενισχυμένη αναλογική στα κόμματα που συγκέντρωσαν ποσοστό ψήφων άνω του 3%, το οποίο είναι και το όριο εισόδου ενός κόμματος στο κοινοβούλιο.

Οι υπόλοιπες 12 έδρες προκύπτουν από δεσμευμένους συνδυασμούς (λίστες δηλαδή) που καταθέτουν τα κόμματα που συμμετέχουν στις εκλογές. Αυτό είναι το λεγόμενο ψηφοδέλτιο επικρατείας.

Εκλογές με λίστα ή με δεσμευμένο συνδυασμό όπως λέγεται κανονικά, γίνονται σε περίπτωση πρόωρων εκλογών και συγκεκριμένα όταν αυτές γίνονται μέσα σε 18 μήνες από τις προηγούμενες εκλογές.

Οι έδρες καταλαμβάνονται από τους υποψηφίους σύμφωνα με τη σειρά που έχουν στη λίστα και όχι ανάλογα με το πλήθος των σταυρών που μάζεψαν. Με τον ίδιο τρόπο προκύπτουν και οι επιλαχόντες.

Ο ισχύων εκλογικός νόμος που ρυθμίζει το εκλογικό σύστημα είναι ο νόμος 3231/2004 περί εκλογής βουλευτών.

Ο νόμος 3636/2008, μετά από νομοθετική πρωτοβουλία του υπουργού Εσωτερικών Π. Παυλόπουλου, τροποποίησε τον 3231/2004, παραχωρώντας στο πρώτο κόμμα 50 επιπλέον έδρες, δηλαδή 10 περισσότερες σε σχέση με το νόμο του 2004. Επίσης δυσχέρανε ιδιαίτερα τις προεκλογικές συνεργασίες κομμάτων, καθότι η επιπλέον παραχώρηση των 50 εδρών σε συνασπισμό συνεργαζόμενων κομμάτων προς διευκόλυνση σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης λαμβάνει χώρα μόνο αν ο μέσος όρος της δύναμης των κομμάτων που τον απαρτίζουν είναι μεγαλύτερος από τη δύναμη του αυτοτελούς κόμματος που συγκέντρωσε το μεγαλύτερο αριθμό έγκυρων ψήφων. Μέσος όρος θεωρείται το πηλίκο του ποσοστού που έλαβε ο ανωτέρω συνασπισμός προς τον αριθμό των κομμάτων που τον αποτελούν. Αν για παράδειγμα ο συνασπισμός των κομμάτων Χ και Ψ έχει συνολική δύναμη 43% (μέσος όρος καθενός κόμματος 21,5%) και το αυτοτελές κόμμα Ω 30%, στο τελευταίο θα δοθούν οι επιπλέον 50 έδρες.

Τα σχετικά με το εκλογικό σύστημα στη χώρα μας προβλέπονται στο άρθρο 54 του Συντάγματος, το οποίο για τις επί μέρους λεπτομερείς ρυθμίσεις παραπέμπει στον κοινό νομοθέτη. Ο τελευταίος έχει θεσπίσει τον ισχύοντα εκλογικό νόμο.

Το Σύνταγμα εξουσιοδοτεί την νομοθετική εξουσία να προβλέψει με νόμο (αρ 54 Σ) το εκλογικό σύστημα (αναλογικό ή πλειοψηφικό), τον καθορισμό των εκλογικών περιφερειών και τον τρόπο κατανομής των εδρών με ανώτατο όριο 300 έδρες και κατώτατο 200 έδρες (αρ 51 Σ). Ο νόμος αυτός ονομάζεται εκλογικός νόμος, και ισχύει για τις επόμενες εκλογές εφόσον ψηφιστεί από τα 2/3 της Βουλής ή από τις μεθεπόμενες εφόσον ψηφιστεί από το ½ της Βουλής. Ο ισχύον εκλογικός νόμος είναι ο νόμος Σκανδαλίδη 3231/2004 όπως τροποποιήθηκε από τους νόμους Παυλόπουλου 3434/2006 και 3636/2008 και κωδικοποιήθηκε μαζί με άλλες εκλογικές διατάξεις στο Προεδρικό Διάταγμα 12/2012.

Ο εκλογικός νόμος στα πλαίσια του συστήματος της ενισχυμένης αναλογικής δίνει bonus 50 εδρών στο πρώτο κόμμα, αυτό όμως που δεν είναι γνωστό είναι ότι το bonus αυτό μπορεί να δοθεί και σε έναν συνασπισμό κομμάτων εφόσον ο μέσος όρος των κομμάτων που τον απαρτίζουν λάβει μεγαλύτερο ποσοστό από ένα αυτοτελές κόμμα. Ωστόσο όταν ο νομοθέτης αναφέρεται σε μέσο όρο, εννοεί στο άρθρο 99 του ΠΔ 26/2012 το συνολικό ποσοστό του συνασπισμού δια του πλήθους των κομμάτων αυτού, άρα εάν ένας συνασπισμός πάρει συνολικά 50% αλλά απαρτίζεται από 5 κόμματα ο μέσος όρος του είναι μόλις 10%.

Καθότι το 2008 δεν προέκυψε συναίνεση στην ψήφιση του, ο νέος εκλογικός νόμος δεν ίσχυσε στις εκλογές του 2009 αλλά στις επόμενες (σ.σ. από τις βουλευτικές του 2012 και ύστερα). Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι εκλογές δεν μπορούν να διεξαχθούν με άλλο εκλογικό σύστημα, μιας και όπως αναφέρθηκε η Βουλή έχει την δυνατότητα με αυξημένη πλειοψηφία 2/3 να ψηφίσει νέο εκλογικό νόμο με άμεση ισχύ που θα αντιμετωπίζει τα προβλήματα του εκλογικού συστήματος.

(*) Δικηγόρος Αθηνών - Συνταγματολόγος - Νομικός συνεργάτης Οικουμενικού Πατριαρχείου για την Ελλάδα - Συνήγορος Αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος στην Ελλάδα - Δ.Σ. Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Δήμου Αθηναίων - Δ.Σ. Ιδρύματος Μπότσαρη - Νομικός σύμβουλος Βορειοηπειρωτών Ελλάδος

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr