ΑΘΗΝΑ. 4 Ιουνίου 2001, φεύγει απο τη ζωή ο Ντίνος Ηλιόπουλος σε ηλικία 85 ετών. 6 χρόνια μετά, στις 4 Ιουνίου 2007 φεύγει απο τη ζωή ο Σωτήρης Μουστάκας σε νοσοκομείο της Αθήνας, σε ηλικία 66 ετών.

Ντίνος Ηλιόπουλος

Σπουδαίος έλληνας ηθοποιός, που διέπρεψε στην κωμωδία. Διακρίθηκε τόσο στο σανίδι, όσο και στη μεγάλη οθόνη.

Ο Κωνσταντίνος «Ντίνος» Ηλιόπουλος γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου στις 12 Ιουνίου 1915. Ο Πελοποννήσιος στην καταγωγή πατέρας του ήταν μεγαλέμπορος και η μητέρα του καταγόταν από την Υεμένη. Μετά το οικονομικό κραχ του 1929, η πολυάριθμη οικογένειά του εγκαταστάθηκε στη Mασσαλία, όπου ο Nτίνος τελείωσε το γυμνάσιο, με πρώτη γλώσσα τα γαλλικά. Στην Αθήνα έφτασε έξι χρόνια αργότερα και ακολούθησε εμπορικές σπουδές. Υπηρέτησε τη θητεία του στο στρατό, όμως η απόλυσή του απ' αυτόν συνέπεσε με την έναρξη του πολέμου του 1940 κι έτσι ξαναντύθηκε στο χακί και υπηρέτησε ως ασυρματιστής.

To 1939 έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του τότε Βασιλικού Θεάτρου, αλλά απορρίφθηκε. Το πείσμα και η επιμονή του να γίνει ηθοποιός τον οδήγησε στη σχολή του Γιαννούλη Σαραντίδη. Αποφοίτησε με άριστα και μπήκε στο χώρο του θεάτρου το 1944, κατά τη διάρκεια της Κατοχής, με το θίασο της Κατερίνας στο έργο του Λέο Λεντς «Κυρία, σας αγαπώ». Έκτοτε, συμμετείχε στους θιάσους της Μαρίκας Κοτοπούλη, της Μαίρης Αρώνη, του Δημήτρη Χορν και πολλών άλλων.

Το 1954 συγκρότησε θίασο με το Μίμη Φωτόπουλο, με τον οποίο αποτέλεσαν ανεπανάληπτο κωμικό δίδυμο. Τρία χρόνια αργότερα και μέχρι το 1969 δημιούργησε δικό του θίασο, ανεβάζοντας έργα όπως: «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος», «Η κυρία του κυρίου», «Το έξυπνο πουλί», «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης», «Εξοχικόν κέντρον ο Έρως» κ.ά. Συχνά σκηνοθετούσε ο ίδιος τις παραστάσεις τού θιάσου του και διασκεύαζε ξένες φάρσες και κωμωδίες, προσαρμόζοντάς τις στα ελληνικά ήθη. Έγραψε και μερικές πρωτότυπες δικές του κωμωδίες, αλλά δεν είχαν μεγάλη ανταπόκριση («Ο άνθρωπος με το τρομπόνι»).

Τα επόμενα χρόνια στράφηκε στην επιθεώρηση, πρωταγωνίστησε σε μιούζικαλ («Καμπαρέ», «Γλυκιά Ίρμα»), περιόδευσε στις ΗΠΑ και στον Καναδά. Το 1977 ερμήνευσε τον «Αμφιτρύωνα» του Πλαύτου στο Εθνικό Θέατρο, ενώ το 1978 εμφανίστηκε στην Επίδαυρο και στο Ηρώδειο με τις «Θεσμοφοριάζουσες» του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολωμού. Για την προσφορά του στο θέατρο τιμήθηκε με το Χρυσό Σταυρό Γεωργίου Α'.

Ο Ντίνος Ηλιόπουλος είχε λατρεία και για την έβδομη τέχνη. Ο κινηματογράφος είχε μπει στη ζωή του από το 1948, όταν έκανε το ντεμπούτο του στη μεγάλη οθόνη με την κωμωδία «Εκατό χιλιάδες λίρες» του Αλέκου Λειβαδίτη σε σενάριο του Νίκου Τσιφόρου. Ακολούθησαν περισσότερες από 90 ταινίες, πολλές από τις οποίες ανήκουν στη λεγόμενη «χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου» κι έμειναν κλασικές στο είδος τους: «Θανασάκης ο πολιτευόμενος» (1954), «Κακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες» (1960), «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος» (1960), «Μερικοί το προτιμούν κρύο» (1963), «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης» (1963), «Το Δόλωμα» (1964), «Η Κοροϊδάρα» (1967), «Ο Στρατής παραστράτησε» (1969).

Ο ρόλος, όμως, που σημάδεψε την καριέρα του, ήταν εκείνος του Θωμά, του υπαλληλάκου που εκλαμβάνεται ως αρχηγός του υποκόσμου, στο αριστούργημα του Νίκου Κούνδουρου «Ο Δράκος» σε σενάριο του Ιάκωβου Καμπανέλλη (1956). Το 1986 συμμετέχει στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Μελισσοκόμος» στο ρόλο του φίλου του Σπύρου, του βασικού πρωταγωνιστή της ταινίας που ερμήνευσε ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι.

Στο ενεργητικό του περιλαμβάνονται, ακόμα, τρεις δίσκοι - ο ένας με σατιρικά του Γεώργιου Σουρή, δύο βιβλία με ευθυμογραφήματα, μία ποιητική συλλογή και φυσικά η αυτοβιογραφία του με τίτλο «Ένας Hλιόπουλος ονόματι Nτίνος», που εκδόθηκε το 1999 από την «Άγκυρα».

Στην προσωπική του ζωή, από το 1963 ήταν νυμφευμένος με την Χίλντεργκαρντ Βίντσερ, με την οποία απέκτησε δύο κόρες, τη Χίλντα και την Εβίτα. Ο Ντίνος Ηλιόπουλος πέθανε στην Αθήνα στις 4 Ιουνίου 2001, σε ηλικία 85 ετών.

Σύμφωνα με τον θεατρικό κριτικό Κώστα Γεωργουσόπουλο, ο Ντίνος Ηλιόπουλος αποτελεί μοναδικό φαινόμενο στο ελληνικό θέατρο. «Καλλιέργησε ένα φανταιζίστικο ύφος, γεμάτο φαντασία, ποιητική αίσθηση, ονειροπόληση και παιδική αφέλεια. Κάτοχος μιας χορευτικής τεχνικής και διαθέτοντας την ικανότητα του αυτοσχεδιασμού χωρίς να φτηναίνει το στυλ, ο Ηλιόπουλος δεν έχει προγόνους ούτε μιμητές. Δημιούργησε κωμικούς χαρακτήρες με φινέτσα, αγαθό χιούμορ και εύθραυστη επιφάνεια. Ήταν ένας κλόουν, ένας πιερότος, γεμάτος καλές προθέσεις, που συνεχώς έσπαζε τα μούτρα του επάνω στη σκληρή πραγματικότητα. Μέσα από τη συνεχώς έκπληκτη μάσκα του διέκρινες μια δακρυσμένη ωριμότητα και μια φιλοσοφημένη αποδοχή τού μοιραίου».

Σωτήρης Μουστάκας

Κύπριος ηθοποιός του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, με σπουδαία κωμική φλέβα και μεγάλες δυνατότητες στο δράμα.

Ο Σωτήρης Μουστάκας γεννήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 1940 στο χωριό Κάτω Πλάτρες Λεμεσού και ήταν το τελευταίο παιδί πολυμελούς οικογένειας. Έκανε μουσικές σπουδές (βιολί), αλλά το όνειρό του ήταν να γίνει ηθοποιός. Από το Δημοτικό κιόλας ήταν πρωταγωνιστής στα έργα που ανέβαζε με τους συμμαθητές του. Του άρεσε ο Σέξπιρ, αλλά και ο Τσάρλι Τσάπλιν, που τον είχε δει στο σινεμά.

Το άτυπο ντεμπούτο του στο θεατρικό σανίδι το έκανε στη Λεμεσό. Είχε πάει να δει τον θίασο του Νίκου Σταυρίδη και κάποια στιγμή βρήκε την ευκαιρία να τρυπώσει στα καμαρίνια. Εκεί ζήτησε τη βοήθεια του σπουδαίου κωμικού, όταν θα ερχόταν στην Αθήνα να σπουδάσει θέατρο. Στο διάλειμμα από σκηνής ο Σταυρίδης έλεγε ανέκδοτα στον κόσμο. «Κάποια στιγμή σταμάτησε κι άρχισε να φωνάζει το όνομά μου. Με κάλεσε στη σκηνή. Αυτό ήταν το ντεμπούτο μου» είχε πει.

Σε ηλικία 15 χρονών, συμμετείχε ενεργά στον Απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ (1955-1959), ως αγγελιοφόρος διαταγών του αρχηγού της, Διγενή Γρίβα, προς τις διάφορες αντιστασιακές ομάδες. Μοίραζε φυλλάδια κι έγραφε συνθήματα στους τοίχους. Συνελήφθη από τους Άγγλους και φυλακίστηκε για εφτά μήνες. Με πλαστό διαβατήριο ταξίδεψε στην Αθήνα για να σπουδάσει ηθοποιός, παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα του.

Όταν έφτασε στην Αθήνα, έπιασε δουλειά σ' ένα εστιατόριο ως σερβιτόρος και παράλληλα έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Κόπηκε, αλλά δεν το έβαλε κάτω. Ξαναπροσπάθησε και πέρασε. Εκεί γνώρισε και την ηθοποιό Μαρία Μπονέλου, την οποία παντρεύτηκε το 1973 κι έκαναν μία κόρη, την Αλεξία. Την περίοδο που σπούδαζε στο Εθνικό, πέρασε στο πανεπιστήμιο και συγκεκριμένα στην ΑΣΟΕΕ.

Ως σπουδαστής εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο θεατρικό σανίδι κρατώντας ένα μικρό ρόλο στο έργο «Χαραυγή» του Δημήτρη Μπόγρη (1961) κι ένα χρόνο αργότερα έκανε την πρώτη του επαγγελματική εμφάνιση με τον θίασο της Κάκιας Αναλυτή και του Κώστα Ρηγόπουλου στο έργο των Βαγγέλη Γκούφα και Βασίλη Ανδρεόπουλου «Μια πόρτα δραχμές πεντακόσιες». Με τον ίδιο θίασο συνεργάστηκε και τον επόμενο χρόνο, ενώ ακολούθησαν συνεργασίες με τους θιάσους Μάρως Κοντού - Γιώργου Πάντζα και Λάμπρου Κωνσταντάρα - Μάρως Κοντού.

Στα μέσα της δεκαετίας του '60 έπαιξε στους «Όρνιθες» του Αριστοφάνη, σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν, ενώ σημαντική θεωρήθηκε η ερμηνεία του στον «Ασυλλόγιστο» του Μολιέρου σε σκηνοθεσία Μιχάλη Μπούχλη. Τη θεατρική σεζόν 1969-1970 συνεργάστηκε με τον θίασο Αλέξη Μινωτή - Κατίνας Παξινού στο θεατρικό του Σον Ο’ Κέιζι «Η Ήρα και το παγόνι». Το 1976 συγκρότησε τον δικό του θίασο και ανέβασε τα έργα «Το κλουβί με τις τρελλές», «Βιολιστής στη στέγη», «Ο καλός στρατιώτης Σβέικ» και «Ο σιγανοπαπαδιάς».

Ηθοποιός με άνεση στον αυτοσχεδιασμό, διακρίθηκε ιδιαίτερα στην επιθεώρηση. Το 1994 τιμήθηκε με το βραβείο επιθεώρησης «Παναθήναια» για την ερμηνεία του στο νούμερο «Άμλετ» και δύο χρόνια η Εταιρεία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων τού απένειμε το βραβείο «Παπαδούκα» για το νούμερο «Οι δύο δουλειές» στην επιθεώρηση «Και Μί-μη χειρότερα».

Στον κινηματογράφο, η καριέρα του ξεκίνησε το 1964 με τον «Ζορμπά» του Μιχάλη Κακογιάννη, όπου υποδύθηκε τον τρελό του χωριού και ολοκληρώθηκε με τον ρόλο του Τιτσιάνο στην ταινία του Γιάννη Σμαραγδή «Ελ Γκρέκο» το 2007. Σταθμός θεωρήθηκε η ερμηνεία του στην ταινία «Ο Νομοταγής Πολίτης», σε σκηνοθεσία Ερρίκου Θαλασσινού και σενάριο Κώστα Μουρσελά. Τη δεκαετία του '80 πρωταγωνίστησε σε δεκάδες βιντεοταινίες. Το 2002 βραβεύτηκε για το ρόλο τού 98χρονου χάκερ στην τηλεοπτική σειρά του Γιάννη Σμαραγδή «Τα χαϊδεμένα παιδιά», που μεταδόθηκε από την ΕΤ1.

Ο Σωτήρης Μουστάκας πέθανε στις 4 Ιουνίου 2007 σε νοσοκομείο της Αθήνας, σε ηλικία 66 ετών. Λίγες ώρες πριν από το μοιραίο είχε αισθανθεί αδιαθεσία, κατά τη διάρκεια πρόβας του «Πλούτου» του Αριστοφάνη, που θα παρουσίαζε με τους Θύμιο Καρακατσάνη, Γιώργο Κωνσταντίνου και Βάσια Τριφύλλη. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έπασχε από καρκίνο.

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις