Γράφει η Ελεάννα Βλαστού

Πώς σας φαίνεται τώρα που ο κύκλος των συναναστροφών μας διαστέλλεται; Παρήλθαν η συνεσταλμένη εσωστρέφεια, ο συγχρωτισμός με την οικογένεια και η περιπατητική παρέα με τους φίλους. Παρότι συναγελάζομαι με πολύ κόσμο τελευταία, οι συζητήσεις μου χαρακτηρίζονται από τη φτώχεια της επικοινωνίας. Πάνε κάπως έτσι: «Πολύ καιρό έχουμε να βρεθούμε! Πώς ήταν οι τελευταίοι μήνες;». «Ωραίοι στην αρχή, είχαμε χρόνο μαζί, οικογενειακό. Με μαγειρική και επιτραπέζια παιχνίδια. Μετά πιο δύσκολα, με τα πάνω και τα κάτω δηλαδή». Είτε το εκλαμβάνετε κυριολεκτικά είτε το μεταφράζετε: Ωραία ήταν στην αρχή, μετά ειλικρινά πήξαμε και περάσαμε τους υπόλοιπους μήνες φωνάζοντας ο ένας στον άλλον. Βασικά υπογράφουμε τα χαρτιά του διαζυγίου αύριο, αλλά δεν το λέμε ακόμη γιατί δεν το έχουμε ανακοινώσει στα παιδιά.

«Το Moderna έκανα, και αρχές Αυγούστου θα κάνω τη δεύτερη δόση». – «Εγώ το AstraZeneca και δεν κατάλαβα πολλά, μια ελαφρά κόπωση ύστερα από 24 ώρες». – «Ταξίδεψες καθόλου;». – «Οχι, εσύ;». – «Βγήκα δύο φορές να φάω έξω». – «Κι εγώ τα ίδια».

Δεν ξέρω σε ποιους μιλώ, ούτε εκείνοι γνωρίζουν ποια είμαι, παρότι έχουν κατέβει οι μάσκες. Βαριόμαστε εξίσου. Η ομιλία ξεδιπλώνεται πάνω σε ένα μεταλεκτικό χαλί αμηχανίας. Μια απόπειρα να αναγνωρίσουμε τον συνομιλητή, να συνδέσουμε πρόσωπο με όνομα. Πρόσωπο και όνομα σε ένα περιβάλλον. Κοιταζόμαστε για ώρα, με νόημα δυσανάλογο με την τετριμμένη πρότερη συνομιλία.

Παλιότερα η υγεία όπως και ο καιρός ήταν ασφαλή αντικείμενα για τις μικροκουβέντες. Τώρα δεν είμαι βεβαία ότι τα ιατρικά και τα κλιματολογικά θέματα είναι μια σίγουρη ήπια βάση για το εναρκτήριο λάκτισμα μιας συζήτησης. Και αν πέσεις πάνω σε αρνητές ή σε σκεπτικιστές;

Μέχρι πρότινος, το ελκυστικότερο στις επαφές έβρισκα ότι ήταν η μη προβλεψιμότητά τους. Μια τυχαία γνωριμία μπορούσε να καταλήξει σε ενδιαφέρουσα ανταλλαγή απόψεων, αποδεσμεύοντας στιγμιαία μια μικροδόση ντοπαμίνης και τη σκέψη «Α! Ενδιαφέρον αυτό! Δεν το είχα ποτέ σκεφτεί έτσι». Αλλά ένα προκαθορισμένο 18άμηνο δεν μας έκανε απρόβλεπτους· το αντίθετο. Κατάφερε να εμφυσήσει μια υπολογίσιμη διστακτικότητα και απώλεια μνήμης.

Επειτα από τόσους μήνες αποχής από την κοινωνικότητα πρέπει να εισαχθούν νέοι κανόνες. Θα μπορούσαν να είναι οι δημοσιογραφικοί. Οι γενικές αρχές επικοινωνίας είναι αντίστοιχες με τις δημοσιογραφικές ανάγκες. Το ποιος-πού-πότε είναι το έναυσμα σ’ ένα καλό κείμενο για να κατατοπίσει τον αναγνώστη, και αυτό μπορεί να λειτουργήσει ως θρυαλλίδα για να αναγνωριζόμαστε και να συνδιαλεγόμαστε. Κατόπιν και πρωτίστως συντομία. Επί της ουσίας, τους αναγνώστες μου είπε κάποιος πρέπει να τους κάνεις να γελούν, να θυμώνουν ή να κλαίνε. Οτιδήποτε από το να τους στέλνεις για ύπνο. Η πλήξη είναι το φιλί του θανάτου τόσο για τα έντυπα όσο και για τις διά ζώσης κοινωνικές επαφές.

Παρατηρώ μια ακατάπαυστη φλυαρία. Πρέπει να έχει εξαντλήσει ακόμη και όσους εντάσσω στην κατηγορία του επαγγελματία ακροατή. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνω: αισθητικούς, κομμωτές, μπάρμεν, ταξιτζήδες, νοσοκόμους, ψυχοθεραπευτές, διαπραγματευτές και κάποιους συγγραφείς. Ο καλός ακροατής έχει πολλά να εισπράξει. Διευρύνονται οι ορίζοντες. Αντιλαμβάνεται τις προσωπικότητες και γεμίζει με γνώση για το πώς λειτουργεί ο κόσμος. Το να ακούς είναι μια πράξη γενναιοδωρίας, γιατί συμμετέχεις. Δεν φτάνει το νεύμα και το «μμμ» για να υπογραμμίσεις ότι είσαι παρών· πρέπει να συνεισφέρεις ενεργητικά αποκρινόμενος με την κατάλληλη υποστηρικτική ερώτηση. Οφείλουμε να ακούμε και να αφουγκραζόμαστε ακόμη και κατά τη διάρκεια που μιλούμε. Ενδιαφέρεται ο συνομιλητής για τις ποδοσφαιρικές δεξιότητες του γιου μας; Οχι, αλλά δεν το πιάνει, γιατί στις μακροχρόνιες σχέσεις εξαντλείται η περιέργεια για το τι λέει ο άλλος.

Κάποιοι πάλι μιλούν σαν να έχουν αποστηθίσει ένα σενάριο που το κυοφορούσαν για χρόνια και το έγραψαν τους τελευταίους μήνες. Σαν να εφηύραν τον εαυτό τους και επιθυμούν να μας τον παρουσιάσουν, σχεδόν να μας τον πουλήσουν. Ο αυτοαναφορικός ναρκισσισμός διαλύει εκ προοιμίου κάθε υπόσχεση προσέγγισης, κάθε πιθανότητα επικοινωνίας. Γιατί στερείται αυθορμητισμού, δεν διαθέτει ελεύθερες σκέψεις που θα φέρουν συνειρμούς στην κουβέντα. Δεν πρόκειται για έναν αποκλειστικό χορό για δύο, είναι βασικά ένας θεατρικός μονόλογος, μια σουρντίνα που εκτυλίσσεται σε ένα χώρο πολύ στενό για τον σχηματισμό μιας ανταλλαγής.

Ενόσω γράφω όλα τα παραπάνω, διαπιστώνω ότι κάποιοι μπορεί να μιλούν λιγότερο. Λιγότερη ομιλία οδηγεί σε πράξεις. Οι πωλήσεις προφυλακτικών έχουν εκτοξευθεί τελευταία. Φυσικά, καλύτερα να ανταλλάσσονται υγρά από κοινοτοπίες. Αναρωτιέμαι γιατί τουλάχιστον οι υπόλοιποι δεν μπορούμε να επαναφέρουμε πίσω στις συζητήσεις μας τα απαγορευμένα θέματα των κοινωνικών συναναστροφών που για τόσα χρόνια λειτουργούσαν ως ερέθισμα. Σεξ, πολιτική και θρησκευτικά πιστεύω. Εμπλουτίζοντας ή ακυρώνοντάς τα με την επίκαιρη πολιτική ορθότητα. Ας επαναφέρουμε τα προσωπικότερα των προσωπικών θεμάτων, που μας κάνουν πάντα να ξεκαρδιζόμαστε ή να εξοργιζόμαστε. Οτιδήποτε προκύψει πηγαία και απρομελέτητα με ειλικρίνεια, ανυποκρισία και έλλειψη σοβαροφάνειας. Η λεκτική έκθεση είναι ευπρόσδεκτη. Είμαστε όλοι πλέον ασφαλείς. Ας νιώσουμε και υγιείς.

* Η κ. Ελεάννα Βλαστού είναι συγγραφέας και ζει στο Λονδίνο.


Πηγή: Καθημερινή

Ακολουθήστε το notospress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

* Τα άρθρα δεν απηχούν απαραίτητα τη γνώμη του notospress.gr