Το Ρεμπελιό (Επανάσταση) των Ποπολάρων - Όταν οι φλόγες έκαψαν τη «Χρυσή Βίβλο» της αδικίας
Γράφει ο Ηλίας Παναγιωτακάκος
30 Ιουλίου 1797 – Μια ημερομηνία που αξίζει να μας ταράζει ακόμα….
Η Ζάκυνθος του 18ου αιώνα έμοιαζε όμορφη και ήσυχη από μακριά. Μα όσο πλησίαζες, τόσο ένιωθες την ασφυξία της κοινωνικής ανισότητας. Η Βενετική διοίκηση είχε χωρίσει τους ανθρώπους σε τρεις κατηγορίες: Ευγενείς, Αστούς, Ποπολάρους. Οι πρώτοι κρατούσαν την εξουσία στα χέρια τους — καταχωρημένοι στην περίφημη Χρυσή Βίβλο (Libro d’Oro). Οι δεύτεροι διεκδικούσαν αλλά δεν είχαν. Οι τρίτοι... απλώς δεν υπήρχαν στους θεσμούς, μόνο στα χαμαλίκια, στους φόρους, στους στρατούς και στις επιστρατεύσεις.
Η σπίθα ήρθε με την εντολή για απογραφή. Οι Ενετοί την ήθελαν για να στρατολογήσουν κόσμο απέναντι στους πειρατές. Οι Ποπολάροι, όμως, δεν πείστηκαν. Έβλεπαν ξανά τον λογαριασμό να έρχεται στους ίδιους. Πίστεψαν – και σωστά – πως η απογραφή ήταν προπέτασμα καπνού για νέα μέτρα, νέα χαράτσια, νέα αγγαρεία.
Και τότε, σηκώθηκαν.
Κατέβηκαν με οργή από τα χωριά στη χώρα. Διεκδίκησαν λόγο στη διοίκηση. Ζήτησαν αντιπροσώπους, φωνή, αξιοπρέπεια. Και για πρώτη φορά, το πέτυχαν. Ο Προβλεπτής του νησιού Πιέρος Μαλιπιέρος, αναγκάστηκε να δεχτεί. Οι ποπολάροι απέκτησαν δικούς τους εκπροσώπους. Για λίγο, η ελπίδα ξύπνησε.
Αλλά η πραγματική θύελλα ξέσπασε όταν πάτησαν το πόδι τους στο νησί οι Γάλλοι Δημοκρατικοί. Ήταν 1797 και οι ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης φυσούσαν και στο Ιόνιο. Ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη. Οι Ζακυνθινοί υποδέχτηκαν τους Γάλλους σαν σωτήρες — όχι γιατί λαχταρούσαν σημαίες, αλλά γιατί λαχταρούσαν δικαιοσύνη.
Και τότε ήρθε η στιγμή-σύμβολο:
Στις 30 Ιουλίου 1797, ο λαός καίει το Libro d’Oro στην πλατεία του Αγίου Μάρκου.
Καίει τους καταλόγους της αριστοκρατίας, τα τεκμήρια της ανισότητας. Στη θέση τους, φυτεύει το «δέντρο της δημοκρατίας». Μια πράξη που δεν χρειάζεται μανιφέστο: η φλόγα λέει τα πάντα.
Ο Πέτρος και ο Ανδρέας Δροσήδης, ο Χριστόδουλος Τζίμας, ο Ιωάννης Βοτάνης, ο Νικόλαος Άμπραμος – ήταν τα ονόματα του λαού που μίλησε. Που δεν διάβαζε τη Χρυσή Βίβλο, αλλά την έκαψε.
Η συνέχεια; Όχι όπως την ήθελαν. Η Ζάκυνθος πέρασε από τη Ρωσοτουρκική κυριαρχία στην Αγγλοκρατία. Οι προσδοκίες για κοινωνική ισότητα έμειναν ανεκπλήρωτες. Αλλά το μήνυμα χαράχτηκε.
Από τη φωτιά του 1797 στη δικαίωση του 1864
Οι Ποπολάροι μπορεί να μην κέρδισαν τότε. Όμως η ιδέα της ισότητας ρίζωσε. Και μέσα από εναλλαγές κυριαρχίας — Γάλλοι, Ρώσοι, Άγγλοι — οι Ζακυνθινοί διατήρησαν την ελπίδα της ελευθερίας.
Το 1815, με τη Συνθήκη των Παρισίων, τα Ιόνια Νησιά τέθηκαν υπό τη «βρετανική προστασία». Μα η προστασία αυτή δεν σήμαινε ελευθερία. Αντιθέτως, έθρεψε την επιθυμία για εθνική αποκατάσταση.
Και αυτή η επιθυμία ωρίμασε. Με αγώνες, διαμαρτυρίες, με πνευματικό έργο, με πολιτικό όραμα. Και τελικά, στις 21 Μαΐου 1864, η Ζάκυνθος ενώθηκε επίσημα με την Ελλάδα.
Η φωτιά που έκαιγε τότε το Libro d’ Oro ήταν η πρώτη σπίθα.
Η Ένωση με την Ελλάδα ήταν η δικαίωση.
Και σήμερα;
Δύο αιώνες μετά, ζούμε σε εποχές χωρίς ευγενείς με σπαθιά – αλλά με άλλες «Χρυσές Βίβλους».
Είναι τα κλειστά δίκτυα εξουσίας, οι αθέατοι μηχανισμοί προνομίων, τα βιογραφικά που κρίνονται όχι από αξία αλλά από καταγωγή και γνωριμίες. Είναι οι φτωχοί που πληρώνουν πάντα πρώτοι κάθε κρίση. Είναι η αγωνία του εργαζόμενου που δεν έχει φωνή και του νέου που δεν βλέπει προοπτική.
Το Ρεμπελιό των Ποπολάρων δεν είναι ένα τοπικό περιστατικό της Επτανήσου.
Είναι μια κραυγή από το παρελθόν που ρωτά αν μάθαμε κάτι. Αν χτίσαμε, τελικά, τη δημοκρατία που φυτέψαμε. Αν η φωτιά εκείνη φωτίζει ή απλώς πέρασε.
Το ερώτημα μένει ανοιχτό.
Και ίσως πρέπει να μείνει.